Να σου πω μια ιστορία;
Κάτι σας θυμίζει ο τίτλος ε; Ναι, το ομολογώ δανειστήκαμε τον τίτλο του βιβλίου του αγαπημένου ψυχοθεραπευτή- συγγραφέα, Χόρχε Μπουκάι, προκειμένου να κεντήσουμε την καλοκαιρινή μας γιορτή. Με έμφαση στην διαφορετικότητα, στην αυτοπεποίθηση, στις ηθικές συμπεριφορές και στο παιχνίδι, θα ειπωθούν τρεις ιστορίες από τους μαθητές μας, ενώ θα τραγουδήσουμε τα τραγούδια "Διαφορετικοί" με ερμηνευτές το συγκρότημα Αερικά, Το καλοκαίρι μου, του Μιχάλη Χατζηγιάννη, το Χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια του Γεράσιμου Ανδρέατου, το Αυτό το Καλοκαίρι (χορευτικό των κοριτσιών) και το Σφύριξε Χαρούμενα Μπορείς, που μέρος του θα οπτικοποιηθεί στην νοηματική γλώσσα από τα αγόρια μας.
Ο Διογένης και ο Μέγας Αλέξανδρος
Αφηγητής: Ο Διογένης, ο διάσημος κυνικός και αντισυμβατικός φιλόσοφος, μιλούσε με ωμή ειλικρίνεια και κρητική διάθεση, αδιαφορώντας για κάθε μορφή εξουσίας. Ένας πολίτης του κόσμου, που σε ένα ταξίδι..πιάστηκε από πειρατές και πωλήθηκε σαν δούλος. Για καλή του τύχη αγοράστηκε από τον Κορίνθιο άρχοντα Ξενιάδη, που του ανέθεσε τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών του. Έτσι ζούσε το χειμώνα στην Αθήνα και το καλοκαίρι στην Κόρινθο. Κυκλοφορούσε με έναν μανδύα και ζούσε σε ένα πιθάρι, διδάσκοντας στον κόσμο την λιτότητα.
Αφηγητής: Ο Μέγας Αλέξανδρος είχε έρθει στην Κόρινθο μετά το θάνατο του βασιλιά Φίλιππου, προκειμένου να αποφασιστεί αν θα παραμένει ως ηγεμόνας της συμμαχίας όλων των ελληνικών πολέων εναντίον των Περσών. Πλήθος κόσμου ενδιαφέρθηκε να τον δει...όλοι εκτός απο έναν...τον Διογένη. Ο Μέγας Αλέξανδρος είχε ακούσει πολλά γι αυτόν και ζήτησε να του φέρουν τον διάσημο κυνικό φιλόσοφο.
Υπασπιστής: Σε ζητεί ο Βασιλεύς Αλέξανδρος να σε δεί.
Διογένης: Εγώ δεν θέλω να τον δω. Εάν θέλει ας έρθει αυτός να με δει.
Αφηγητής: και πράγματι ο Μέγας Αλέξανδρος πήγε.
Μέγας Αλέξανδρος: Είμαι ο βασιλιάς Αλέξανδρος.
Διογένης: (Ατάραχος) Είμαι ο Διογένης ο Κύων.
Μέγας Αλέξανδρος: (Με απορία) Δεν με φοβάσαι;
Διογένης: Είσαι κακό ή καλό;
Μέγας Αλέξανδρος: Τι χάρη θέλεις να σου κάνω;
Διογένης: Μην μου στερείς αυτό που δεν μπορείς να μου δώσεις. Παραμέρισε λιγάκι, γιατί μου κρύβεις τον ήλιο.
Νομίζεις είναι ηνίοχος εκείνος που δεν μπορεί να κρατήσει τα ηνία; ‘Η εκείνος που δεν ξέρει να κυβερνήσει είναι κυβερνήτης;
Μέγας Αλέξανδρος: Ποιος διδάσκει την βασιλική τέχνη και που πρέπει να πάει κανείς για να την μάθει;
Διογένης: Η μόρφωση είναι δύο ειδών Εκείνη που διαθέτει ο άνθρωπος από την φύση, την «θεϊκή» και εκείνη που αποκτά από τους ανθρώπους, την «ανθρώπινη». Δηλαδή η έμφυτη και η επίκτητη. Για να γίνει όμως κάποιος σωστά μορφωμένος είναι απαραίτητο να προστεθεί η ανθρώπινη στη θεϊκή. Δηλαδή, ο κυβερνήτης, ο βασιλιάς, ο γιατρός πρέπει να έχουν την έμφυτη κλίση για να κυβερνούν, να βασιλεύουν και να γιατρεύουν.
Μέγας Αλέξανδρος: (εντυπωσιασμένος) Αν δεν ήμουν Αλέξανδρος θα ήθελα να ήμουν Διογένης.
Διογένης: Ακόμη και αν κατακτήσεις όλο τον κόσμο, ακόμη κι αν περάσεις τις ηράκλειες στήλες και κατακτήσεις τη μεγάλη ήπειρο που βρίσκεται πέρα από τον ωκεανό, που είναι μεγαλύτερη από την Ασία, δεν θα είσαι καλός βασιλιάς, αν πρώτα δεν είσαι καλός άνθρωπος.
Αφηγητής: Η συνάντηση των δύο αυτών μεγάλων προσώπων δεν έληξε όμως εδώ...ο Μέγας Αλέξανδρος κάποτε θέλησε να πειράξει τον Διογένη και του έστειλε ένα πιάτο με κόκκαλα.
Μέγας Αλέξανδρος: Σου άρεσε Κύων το δώρο μου;
Διογένης: Το έδεσμα ήταν άξιο για έναν κύων, αλλά το δώρο δεν ήταν καθόλου άξιο για έναν βασιλιά.
Αφηγητής: Ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι δύο αυτοί μεγάλοι άνθρωποι πέθαναν την ίδια μέρα το 323 π. Χ. Ο Αλέξανδρος ήταν 33 ετών και ο Διογένης 90.
ΜΙΑ ΑΝΑΠΟΔΗ ΜΕΡΑ
Αφηγητής: Τη Δευτέρα το πρωί ο Δημήτρης ξύπνησε στην ώρα του, αλλά δε σηκώθηκε αμέσως για να μη φωνάζει η μητέρα του. Έκανε για δέκα λεπτά τον κοιμισμένο κι ύστερα πετάχτηκε απ’ το κρεβάτι και πήγε στην τουαλέτα. Φυσικά δεν πλύθηκε, έριξε από μια σταγόνα νερό σε κάθε μάτι κι ύστερα, άπλυτος κι αχτένιστος κάθισε στο τραπέζι να φάει το πρωινό του, φρέσκα γαριδάκια κατευθείαν απ’ το σακουλάκι.
Δημήτρης: Καλημέρα!
Μητέρα: Μα καλά δεν έχεις καθόλου τρόπους; Πρέπει επιτέλους να γίνεις σαν την αδερφή σου που το πρωί δεν μιλάει σε κανέναν και σκουντάει όποιον βρει στο δρόμο της.
Δημήτρης: Με συγχωρείς, δεν θα το ξανακάνω. Έχει κάτι άλλο να φάω εκτός από γαριδάκια;
Μητέρα: Έχει δυο κομμάτια πίτσα στο ψυγείο. Θέλεις να σου τα ζεστάνω;
Δημήτρης: (Στο άκουσμα της πίτσας ανακατεύεται). Μήπως υπάρχει καθόλου γάλα;
Μητέρα: (με άγριο βλέμμα) Ξέρεις πολύ καλά πως δεν κάνει να πίνεις γάλα κάθε μέρα. Είναι υγιεινό κι όλα τα παιδιά πρέπει να αποφεύγουν τις υγιεινές τροφές. Να σου βάλω να φας μια πάστα;
Δημήτρης: Δε θέλω πάστα, (λέει με γκρίνια) Θέλω γάλα.
Μητέρα: Ααα! Μη με νευριάζεις. Όλοι οι συμμαθητές σου έχουν χαλασμένα δόντια. Μόνο τα δικά σου είναι γερά. Ξέρεις γιατί; Γιατί δεν τρως καθόλου καραμέλες και ζαχαρωτά.
Δημήτρης: Δε μ’ αρέσουν οι καραμέλες και τα ζαχαρωτά.
Μητέρα: Να μάθεις να σ’ αρέσουν! (λέει θυμωμένη) Δε μου λες, έπλυνες τα δόντια σου;
Δημήτρης: (χαμηλώνει το βλέμμα και τρώει ένα γαριδάκι)
Μητέρα: Δε σου ’χω πει να μην πλένεις τα δόντια σου; Τι θέλεις επιτέλους; Να με τρελάνεις; Πότε θα γίνεις σαν τα υπόλοιπα φυσιολογικά παιδιά;
Δημήτρης: (Κάνει κίνηση να σηκωθεί)
Μητέρα: Περίμενε λίγο. Μη πας πάλι στην ώρα σου στο σχολείο και φωνάζει η δασκάλα.
Αφηγητής: Μετά από λίγο ο Δημήτρης σηκώνεται, μη μπορώντας να φάει άλλα γαριδάκια..και πηγαίνει στο δωμάτιό του να ετοιμάσει την τσάντα του. Δεν έβαλε όλα τα βιβλία στην τσάντα του, για να μην νομίζει η δασκάλα ότι είναι επιμελής. Έτρεξε στο αυτοκίνητο της μαμάς του και έκατσε στο μπροστινό κάθισμα, χωρίς ζώνη ασφαλείας. Φτάσαν στο σχολείο με μεγάλη καθυστέρηση. Ο Δημήτρης πετάχτηκε έξω απ’ τη μεριά του δρόμου, χωρίς να ελέγξει αν έρχεται αυτοκίνητο και φυσικά δεν χαιρέτησε την μαμά του.
Μητέρα: Κάτι ξέχασες. Δε θα βγάλεις το μπουφάν σου;
Δημήτρης: Μα κάνει κρύο.
Μητέρα: Αν θέλεις ν’ αρρωστήσεις πρέπει να πηγαίνεις στο σχολείο χωρίς μπουφάν.
Αφηγητής: Η ώρα του σχολείου τελείωσε και ο Δημήτρης επιστρέφει σπίτι. Είναι ώρα φαγητού και η μαμά του έχει μαγειρέψει μπιφτέκια με τηγανητές πατάτες.
Δημήτρης: Πάλι τηγανητές πατάτες; Γιατί δεν κάνεις πια σπανακόρυζο;
Μητέρα: Το σπανακόρυζο είναι υγιεινό φαγητό. Δεν πρέπει να το τρως κάθε μέρα. Συνεννοηθήκαμε;
Αφηγητής: Ο Δημήτρης στεναχωρημένος, έφαγε γρήγορα το φαγητό του και κλείστηκε στο δωμάτιό του με την πρόφαση να παίξει με το PSP. Όμως προτίμησε να ανοίξει κρυφά ένα λογοτεχνικό βιβλίο.
Δημήτρης: Αν με πιάσει τώρα η μαμά μου, αλίμονό μου.
Μητέρα: Τι θα κάνω με σένα μου λες. Ούτε βιβλία θα διαβάζεις, ούτε υγιεινές τροφές θα τρως, ούτε ενημερωτικές εκπομπές στην τηλεόραση θα βλέπεις. Ούτε ευγενικός και επιμελής θα είσαι. Μα γιατί δεν μπορείς να είσα σαν όλα τα φυσιολογικά παιδιά;
Δημήτρης: Μαμά, θέλω να φτιάξω μια χρονομηχανή.
Μητέρα: Πάει αποτρελάθηκες εσύ; Θα φας τιμωρία να το ξέρεις.
Δημήτρης: Θέλω, για να ταξιδέψω σε μια εποχή που τα παιδιά τρώνε υγιεινά, έχουν γερά δόντια, διαβάζουν, περνάνε τον δρόμο από την διάβαση, πηγαίνουν στην ώρα τους στο σχολείο, φοράνε ζώνη, λένε καλημέρα και παίζουν με τους φίλους τους.
Αφηγητής: Πράγματι ο Δημήτρης κατάφερε αυτά που ήθελε...αφού η «ανάποδη μέρα του» δεν ήταν παρά ένα περίεργο ονειρο, από το οποίο όμως πήρε ένα καλό μάθημα.